χρυσοφόροι

χρυσοφόροι
χρῡσοφόροι , χρυσοφόρος
wearing gold
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • AGATHYRSI — populi Scythis vicini. Ubi nunc provinc. Cargapolia et Vologhda, in Moscovia, teste Brietiô. Hieronym. Hi multum habent auri sine avaritia, sine invidia. Atqui populi sunt, mollitiei perquam deditissimi, si Herodoto fides, cuius verba, Musâ 4.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αλβιτίτης — (albitite). Κρυσταλλοκοκκώδες πέτρωμα, που αποτελείται κυρίως από κοκκώδες μείγμα αλβίτη και μερικές φορές περιέχει ακόμα χαλαζία, μοσχοβίτη και ακμίτη. Σε πολλά μέρη της Βόρειας Αμερικής υπάρχουν χρυσοφόροι α. που διασχίζουν τα διοριτικά… …   Dictionary of Greek

  • Μασούντι, Αμπού-αλ-Χασάν Αλί αλ — (Abu Al Hasan Ali al Masudi,Βαγδάτη ; – Κάιρο 956). Άραβας συγγραφέας. Ταξίδεψε στην Περσία, στην Ινδία, στην Κίνα και στα νησιά Ιάβα και Μαδαγασκάρη. Μελέτησε πλήθος ιστορικών συγγραμμάτων και διέσωσε πολλές ενδιαφέρουσες παραδόσεις και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”